Καρκίνος των Ωοθηκών
Ορισμός και Επιδημιολογία
Ο καρκίνος των ωοθηκών αποτελεί μία από τις πλέον επιθετικές και θανατηφόρες μορφές γυναικολογικής κακοήθειας. Προσβάλλει τις ωοθήκες, δηλαδή τα ενδοκοιλιακά αναπαραγωγικά όργανα που ευθύνονται για την ωογένεση και την έκκριση των γυναικείων στεροειδών ορμονών. Η συχνότητα εμφάνισης αυξάνεται με την ηλικία, με τη μέση ηλικία διάγνωσης να εντοπίζεται μεταξύ 60-65 ετών. Παρότι δεν είναι ο συχνότερος, αποτελεί την κυριότερη αιτία θανάτου από γυναικολογικούς καρκίνους.
Παράγοντες Κινδύνου
- Προχωρημένη ηλικία (συνήθως γυναίκες >60 ετών)
- Πρώιμη εμμηναρχή ή/και καθυστερημένη εμμηνόπαυση
- Ατοκία και υπογονιμότητα
- Ενδομητρίωση
- Οικογενειακό ιστορικό καρκίνου του ενδομητρίου, μαστού ή ωοθηκών, ιδιαίτερα σε γυναίκες με θετική μετάλλαξη στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2
- Οικογενειακό ιστορικό συνδρόμου Lynch
- Παρατεταμένη χρήση ορμονικής θεραπείας (ιδίως μονοθεραπεία με οιστρογόνα)
- Παχυσαρκία και καθιστικός τρόπος ζωής
Κλινική Συμπτωματολογία
Η νόσος συνήθως δεν εκδηλώνεται με σαφή και χαρακτηριστικά σημεία, γεγονός που συμβάλλει στην καθυστερημένη ανίχνευσή της. Τα συμπτώματα αποδίδονται στην τοπική επέκταση του όγκου ή στη διάχυση της νόσου στην κοιλιά και στο περιτόναιο. Συνηθέστερα παρατηρούνται:
- Ενοχλήσεις ή βάρος χαμηλά στην κοιλιακή χώρα, χωρίς συγκεκριμένο εντοπισμό
- Πόνος στη μέση που επιμένει ή επανέρχεται
- Φούσκωμα ή αύξηση της περιμέτρου της κοιλιάς χωρίς προφανή λόγο
- Μειωμένη όρεξη ή αίσθημα κορεσμού μετά από λίγη ποσότητα φαγητού
- Δυσφορία από το γαστρεντερικό, όπως τάση για εμετό ή ναυτία
- Απότομες αλλαγές στο σωματικό βάρος, ή διαρκές αίσθημα εξάντλησης
- Δυσλειτουργία της εντερικής κινητικότητας, όπως πρόσφατης έναρξης δυσκοιλιότητας
- Διαταραχές στην ούρηση, όπως συχνοουρία ή επείγουσα ανάγκη για ούρηση
- Κολπική αιμορραγία ή ασυνήθιστες εκκρίσεις μετά την εμμηνόπαυση
Τα παραπάνω συμπτώματα δεν είναι παθογνωμονικά για τον καρκίνο των ωοθηκών και συχνά αποδίδονται λανθασμένα σε γαστρεντερικά ή γυναικολογικά καλοήθη αίτια. Εάν επιμένουν για διάστημα μεγαλύτερο των δύο εβδομάδων ή επιδεινώνονται, συνιστάται η άμεση αξιολόγηση από γυναικολόγο, ιδίως σε γυναίκες υψηλού κινδύνου.
🔔 Πότε να ανησυχήσετε
Απευθυνθείτε άμεσα σε γυναικολόγο εάν:
- Τα παραπάνω συμπτώματα επιμένουν για περισσότερο από 2 εβδομάδες
- Παρατηρείτε ταυτόχρονη παρουσία πολλαπλών συμπτωμάτων (π.χ. φούσκωμα, δυσκοιλιότητα και απώλεια όρεξης)
- Έχετε οικογενειακό ιστορικό καρκίνου των ωοθηκών, μαστού ή ενδομητρίου
- Ανήκετε σε ηλικιακή ομάδα άνω των 50 ετών και εμφανίζετε νέα συμπτωματολογία
Η έγκαιρη αξιολόγηση μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη διάγνωση και καλύτερη πρόγνωση.
Διαγνωστική Προσέγγιση
Κλινική γυναικολογική εξέταση
Διακολπικό υπερηχογράφημα
Αξονική ή μαγνητική τομογραφία κοιλίας
PET/CT (σε υποψία απομακρυσμένων μεταστάσεων)
Ορολογικοί δείκτες (CA-125, CA 19-9, CEA , AFP, hCG, LDH, Inhibin B)
Διαγνωστική λαπαροσκόπηση ή λαπαροτομία με λήψη ιστολογικού δείγματος

Θεραπευτική Αντιμετώπιση
Η αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών περιλαμβάνει συνδυασμό χειρουργικών και επικουρικών θεραπειών, οι οποίες προσαρμόζονται βάσει του σταδίου της νόσου, της γενικής κατάστασης της ασθενούς και του μοριακού προφίλ του όγκου.
Χειρουργική Θεραπεία
Η χειρουργική θεραπεία αποτελεί το πρώτο και πιο σημαντικό βήμα στην αντιμετώπιση του καρκίνου των ωοθηκών, ιδιαίτερα όταν στοχεύουμε στην πλήρη εξαίρεση της νόσου. Ο βασικός στόχος της επέμβασης είναι η επίτευξη μακροσκοπικά πλήρους εκτομής (R0), δηλαδή η αφαίρεση όλων των ορατών καρκινικών εστιών.
Η έκταση της χειρουργικής επέμβασης καθορίζεται με βάση:
• Το στάδιο της νόσου
• Τη γενική κατάσταση της ασθενούς
• Τον ιστολογικό τύπο του όγκου
Η τυπική χειρουργική προσέγγιση περιλαμβάνει:
• Ολική υστερεκτομή
• Αμφοτερόπλευρη σαλπιγγοωοθηκεκτομή
• Αφαίρεση του επίπλουν (επιπλεκτομή)
• Εκτομές περιτοναϊκών εστιών
• Λεμφαδενικός καθαρισμός (πυελικός και παραορτικός) πραγματοποιείται κυρίως στα αρχικά στάδια της νόσου. Σε προχωρημένα στάδια αφαιρούνται μόνο οι διογκωμένοι ή διηθημένοι λεμφαδένες.
Σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο των ωοθηκών, συχνά απαιτείται η εκτεταμένη χειρουργική αφαίρεση και άλλων ανατομικών δομών που έχουν διηθηθεί από τον όγκο. Αυτές μπορεί να περιλαμβάνουν τμήματα του εντέρου, το διάφραγμα, επιφάνειες του ήπατος ή του στομάχου, καθώς και όργανα της πυέλου όπως η ουροδόχος κύστη ή άλλα σπλάχνα.
Αυτές οι εκτεταμένες κυτταρομειωτικές επεμβάσεις (debulking surgery) έχουν αποδειχθεί, βάσει μεγάλων κλινικών μελετών (π.χ. TRUST, DESKTOP III), ότι βελτιώνουν σημαντικά την πρόγνωση όταν επιτυγχάνεται πλήρης εξαίρεση της νόσου.
Η επέμβαση πρέπει να πραγματοποιείται από εξειδικευμένο γυναικολόγο-ογκολόγο, στο κατάλληλο κέντρο, με έμπειρη διεπιστημονική ομάδα, ώστε να ελαχιστοποιηθεί ο κίνδυνος επιπλοκών και να μεγιστοποιηθεί το θεραπευτικό όφελος για την ασθενή.
Επικουρική Θεραπεία (Χημειοθεραπεία και Στοχευμένες Θεραπείες)
Χημειοθεραπεία: Η χημειοθεραπεία αποτελεί βασική θεραπευτική επιλογή στον καρκίνο των ωοθηκών και ενδείκνυται:
Σε όλες σχεδόν τις ασθενείς μετά την αρχική χειρουργική επέμβαση, ιδίως όταν η νόσος βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο καθώς και σε περιπτώσεις υποτροπής (δηλαδή επανεμφάνισης της νόσου), ανάλογα με το διάστημα από την τελευταία θεραπεία.
Ο συνδυασμός πλατίνας (π.χ. carboplatin) και ταξάνης (π.χ. paclitaxel) είναι η καθιερωμένη θεραπεία πρώτης γραμμής. Χορηγείται ενδοφλεβίως σε κύκλους κάθε 3 εβδομάδες και έχει υψηλά ποσοστά ανταπόκρισης, ιδιαίτερα όταν έχει προηγηθεί πλήρης χειρουργική αφαίρεση της νόσου. Σε περιπτώσεις υποτροπής, η ευαισθησία στην πλατίνα καθορίζει τη θεραπευτική στρατηγική.
(Η χημειοθεραπεία δεν ενδείκνυται σε επιλεγμένα περιστατικά πρώιμου σταδίου – π.χ. στάδιο ΙΑ ή ΙΒ – με καλώς διαφοροποιημένο ιστολογικό τύπο και απουσία επιθετικών χαρακτηριστικών, όπου η πιθανότητα υποτροπής θεωρείται πολύ χαμηλή.)
Στοχευμένες θεραπείες:
Με τον όρο “στοχευμένες θεραπείες” εννοούμε σύγχρονες φαρμακευτικές αγωγές που δρουν επιλεκτικά σε μοριακές ή γενετικές διαταραχές των καρκινικών κυττάρων, μειώνοντας τις παρενέργειες σε σχέση με τη συμβατική χημειοθεραπεία. Οι θεραπείες αυτές δεν αντικαθιστούν τη χημειοθεραπεία, αλλά χορηγούνται παράλληλα ή μετά από αυτήν, ως θεραπεία συντήρησης ή ενίσχυσης. Η επιλογή τους εξαρτάται από το γενετικό προφίλ της ασθενούς και την ανταπόκριση στη χημειοθεραπεία.
Οι πιο συχνά χρησιμοποιούμενες στοχευμένες θεραπείες στον καρκίνο των ωοθηκών είναι:
Αναστολείς PARP (όπως olaparib και niraparib):
-Ενδείκνυνται σε γυναίκες με μεταλλάξεις στα γονίδια BRCA1 ή BRCA2 (κληρονομικές ή επίκτητες).
-Χορηγούνται ως συντήρηση μετά την ολοκλήρωση της χημειοθεραπείας, σε ασθενείς με καλή ανταπόκριση (κυρίως πλατινοευαίσθητες).
-Στόχος τους είναι να αποτρέψουν την υποτροπή, αναστέλλοντας την επιδιόρθωση του DNA στα καρκινικά κύτταρα, οδηγώντας τα σε κυτταρικό θάνατο.
Bevacizumab (αντιαγγειογενετικός παράγοντας):
-Χορηγείται συνδυαστικά με χημειοθεραπεία πρώτης γραμμής σε ασθενείς με προχωρημένο καρκίνο ωοθηκών.
-Μπορεί επίσης να χορηγηθεί σε υποτροπιάζουσα νόσο, σε συνδυασμό με χημειοθεραπεία.
-Αναστέλλει τη νεοαγγειογένεση (τη δημιουργία νέων αιμοφόρων αγγείων που τροφοδοτούν τον όγκο), συμβάλλοντας έτσι στη σταθεροποίηση της νόσου και στη βελτίωση της επιβίωσης χωρίς εξέλιξη.
🔎 Πρόγνωση και Παρακολούθηση στον Καρκίνο των Ωοθηκών
Η πρόγνωση του καρκίνου των ωοθηκών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το στάδιο της νόσου κατά τη διάγνωση και από την έκταση της χειρουργικής κυτταρομείωσης. Η πλήρης μακροσκοπική αφαίρεση του όγκου (R0-εκτομή) αποτελεί τον σημαντικότερο προγνωστικό παράγοντα για τη συνολική επιβίωση.
Η έγκαιρη διάγνωση σε αρχικά στάδια (π.χ. FIGO I) συνοδεύεται από υψηλά ποσοστά επιβίωσης, ενώ σε προχωρημένα στάδια η πρόγνωση είναι δυσμενέστερη, αλλά μπορεί να βελτιωθεί σημαντικά με εξειδικευμένη χειρουργική και στοχευμένες θεραπείες.
Μετά την ολοκλήρωση της αρχικής θεραπείας (χειρουργείο ± χημειοθεραπεία), είναι απαραίτητη η στενή και τακτική παρακολούθηση:
-
Γυναικολογική εξέταση: την πρώτη διετία η ασθενής εξετάζεται κάθε 3–4 μήνες, από το 3ο έως το 5ο έτος κάθε 6 μήνες, και στη συνέχεια μία φορά τον χρόνο, εφόσον δεν υπάρχουν ενδείξεις νόσου.
-
Έλεγχος καρκινικών δεικτών (π.χ. CA‑125, όπου ενδείκνυται)
-
Απεικονιστικός έλεγχος (CT ή MRI) εφόσον υπάρχουν ενδείξεις υποτροπής
Η συνεχής παρακολούθηση συμβάλλει στην έγκαιρη ανίχνευση υποτροπής και στον έγκαιρο επανασχεδιασμό της θεραπευτικής στρατηγικής.
Ο Γυναικολόγος Ογκολόγος μαζί με τον Ογκολόγο Παθολόγο και τον Ακτινοθεραπευτή είναι οι ειδικοί που θα αποφασίσουν για την θεραπεία σας.
Ο ιατρός Ευστράτιος Μοσχίδης MD είναι πιστοποιημένος Γυναικολόγος Ογκολόγος και κατέχει την Υποειδικότητα της Γυναικολογικής Ογκολογίας.
Η εξειδίκευσή του έλαβε μέρος στην παγκοσμίου φήμης γυναικολογική ογκολογική κλινική Kliniken Essen Mitte στο Essen, η οποία πρωτοπορεί στην αντιμετώπιση του γυναικολογικού καρκίνου παγκοσμίως και διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο στις πολυκεντρικές μελέτες DESKTOP III και TRUST, για την αντιμετώπιση του καρκίνου των οωθηκών, οι οποίες τεκμηρίωσαν με σαφήνεια τη σημασία της μακροσκοπικής ολικής αφαίρεσης του όγκου από εξειδικευμένους χειρουργούς γυναικολόγους ογκολόγους.
Ευστράτιος Α. Μοσχίδης MD
🩺 Μετεκπαιδευθείς στη Γερμανία επί 14ετίας.
🩺 Γυναικολόγος Χειρουργός-Ογκολόγος στην Κλινική Άγιος Λουκάς
🩺 τ. Αν. Διευθυντής Γυναικολογικής Κλινικής Ακαδημαϊκού Νοσοκομείου Soest (Πανεπιστημίου Münster Γερμανίας)
Δεύτερη Γνώμη
Επισκεφτήκατε άλλο γιατρό και προβληματίζεστε τι να κάνετε; Ζητήστε μας μια δεύτερη γνώμη!...

